Εισαγωγή στον Θρησκευτικό Τουρισμό
Ως Θρησκευτικός Τουρισμός ορίζεται το σύνολο εκείνο των τουριστικών δραστηριοτήτων που σχετίζονται με τη διενέργεια ταξιδιού μεμονωμένων ατόμων ή οργανωμένων ομάδων σε τόπους, χώρους και μνημεία θρησκευτικής σημασίας για λόγους θρησκευτικού, πολιτιστικού, εκπαιδευτικού και ενημερωτικού ενδιαφέροντος (http://www.opengov.gr/tourism/?p=1441).
Ο Θρησκευτικός τουρισμός δεν είναι μια νέα ιδέα, κάτι που ξεκίνησε πρόσφατα. Είναι η παλαιότερη, η πιο σημαντική μορφή του τουρισμού στην ιστορία της ανθρωπότητας. Κάθε κοινωνία έχει εκφράσει την επιθυμία της για ταξίδια προς αναζήτηση και επικοινωνία με το θείο. Από την αρχαιότητα η επιθυμία να ξεκινήσει κανείς ένα ταξίδι για θρησκευτικούς σκοπούς, έχει εμπνεύσει τους Έλληνες, αλλά και μη Έλληνες, να ταξιδέψουν σε θρησκευτικούς χώρους σε όλη την Ελλάδα και εκτός αυτής. Οι περισσότεροι θρησκευτικοί τουρίστες της Ελλάδας προέρχονται από τις ομόθρησκες χώρες των Βαλκανίων (Βουλγαρία, Ρουμανία). Μεγάλος είναι επίσης και ο αριθμός των τουριστών, που προέρχονται από την Ρωσία.
Σημαντικό μέρος του Θρησκευτικού Τουρισμού είναι ο Προσκυνηματικός Τουρισμός, όταν οι τουρίστες/ ταξιδιώτες/ επισκέπτες ταξιδεύουν κυρίως ή αποκλειστικά για Θρησκευτικούς/ λατρευτικούς λόγους.
Ο Θρησκευτικός Τουρισμός στην Ελλάδα
Το ελληνικό κράτος δεν διέθετε, τουλάχιστον μέχρι πρότινος, επίσημες στατιστικές καταγραφές των στοιχείων που αφορούν την επισκεψιμότητα στους θρησκευτικούς χώρους, τα δημογραφικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά των επισκεπτών, την χρονική περίοδο επίσκεψης στους χώρους και άλλων σημαντικών δεδομένων που θα ήταν χρήσιμα για την ανάλυση του θρησκευτικού τουρισμού (Πουλάκη & Λαγός, 2013). Ωστόσο, ειδικά για τον Προσκυνηματικό Τουρισμό, το 85% των προσκυνητών είναι επισκέπτες εσωτερικού τουρισμού ενώ ετησίως ο αριθμός των επισκεπτών – προσκυνητών από το εξωτερικό φθάνει περίπου τους 300.000.
Οι αλλοδαποί τουρίστες προέρχονται κυρίως από χριστιανικές ορθόδοξες χώρες, όπως η Ρωσία, η Ρουμανία, η Βουλγαρία και η Σερβία, και από ομογενείς του εξωτερικού (Πολύζος, 2010). Σύμφωνα με τα δεδομένα που προέκυψαν από την έρευνα το 2013 που πραγματοποιήθηκε από το Συνοδικό Γραφείο Προσκυνηματικών Περιηγήσεων της εκκλησίας της Ελλάδος μαζί με τον Σύνδεσμο των Ελληνικών Ταξιδιωτικών και Τουριστικών Γραφείων, οι περισσότερο δημοφιλείς περιοχές εκδρομών και ταξιδιών προσκυνηματικού ενδιαφέροντος σε ποσοστό επισκεψιμότητας άνω του 60%, είναι η Αττική, η Θεσσαλονίκη, η Κεντρική Μακεδονία (Χαλκιδική), η Δυτική Ελλάδα, η Πελοπόννησος και τα νησιά της Ζακύνθου, της Κέρκυρας, της Ρόδου, της Τήνου και της Πάτμου. Παράλληλα, διαπιστώθηκε ότι οι περισσότερες μετακινήσεις διοργανώθηκαν σε συνεργασία με ναούς, Μητροπόλεις, μονές, εκπαιδευτικά ιδρύματα του εξωτερικού κα θρησκευτικούς συλλόγους, ενώ οι περιηγήσεις διεξάγονται σε χρονικές περιόδους εκτός των σημαντικών εορτών του Πάσχα και των Χριστουγέννων (Πετρέας, 2013).
Η Ελλάδα προφανώς διαθέτει πληθώρα Θρησκευτικών Μνημείων. Πέρα όμως από τις γνωστές βυζαντινές εκκλησίες & τα υπόλοιπα θρησκευτικά μνημεία της, που είτε βρίσκονται σε μεγάλα αστικά κέντρα, είτε σε περιοχές που έχουν σημαντική προβολή και αναγνωρισιμότητα (Μετέωρα, Άγιο Όρος κλπ.), εντοπίζουμε βυζαντινά θρησκευτικά μνημεία σε ημιαστικές και αγροτικές περιοχές, τα οποία παρά την αδιαμφισβήτητη αξία και σημασία τους, δεν έχουν τύχει της επισκεψιμότητας και της προσοχής που τους αξίζει.
Αξιοσημείωτο είναι ότι οι θρησκευτικοί τουρίστες είναι αφοσιωμένοι ταξιδιώτες. Ως αποτέλεσμα αυτού, ο τομέας του θρησκευτικού τουρισμού είναι λιγότερο ευαίσθητος στις οικονομικές διακυμάνσεις και μειώσεις απ’ ότι η συνολική τουριστική αγορά.
Οι Δυνατότητες Ανάπτυξης του Θρησκευτικού Τουρισμού στην Ελλάδα
Η Ελλάδα μπορεί να αναπτύξει το πεδίο του θρησκευτικού τουρισμού εφόσον σχεδιάσει και εφαρμόσει μία περισσότερο μεθοδική και οργανωμένη τουριστική πολιτική που θα απομακρυνθεί από την λογική της προτεραιότητας προς την ανάπτυξη του μαζικού τουρισμού. Μέσα από τη διαμόρφωση κατάλληλων και συντονισμένων στρατηγικών επικοινωνίας, προβολής και προώθησης, κυρίως προς το εξωτερικό, θα διαδοθεί η ελληνική θρησκευτική κληρονομιά και θα επιτευχθεί η προσέλκυση επισκεπτών εισερχόμενου τουρισμού. Επομένως, είναι αναγκαία η θέσπιση συγκεκριμένου οράματος και στόχων και η αξιοποίηση της επιστημονικής και επιχειρηματικής γνώσης για την ανάπτυξη του θρησκευτικού τουρισμού και την αύξηση της τουριστικής κίνησης στους προσκυνηματικούς χώρους της Ελλάδας (Μιμιγιάννη, 2016).
Ο αυξανόμενος ρυθμός τεχνολογικής εξέλιξης στους τομείς της επικοινωνίας και των πληροφοριών έχει επηρεάσει θετικά την ανάπτυξη του θρησκευτικού τουρισμού. Για παράδειγμα, η Αρχιεπισκοπή Αθηνών μέσα από την ηλεκτρονικό διαδικτυακό τόπο της (religiousgreece.gr) διευκολύνει τους προσκυνηματικούς επισκέπτες και τους θρησκευτικούς τουρίστες να οργανώσουν τις επιλογές τους. Δίνει τη δυνατότητα της αναζήτησης θρησκευτικών μνημείων, αξιοθέατων και δραστηριοτήτων θρησκευτικού ενδιαφέροντος μέσα από ψηφιακούς χάρτες. Επίσης, προτείνονται θεματικές διαδρομές, περιηγήσεις στις περιοχές και αποδράσεις προς τα νησιά, στοιχεία που αποτελούν προτάσεις άλλων επισκεπτών της ιστοσελίδας. Ακόμα, ο διαδικτυακός τόπος είναι εμπλουτισμένος με πληροφορίες που αφορούν στις επιλογές διανομής, σίτισης και πραγματοποίησης αγορών σε κάθε επιλεγόμενη περιοχή (Καμπουράκη, 2017).